Κείμενο- Φωτογραφίες: Βάσω Τζιτζικάκη

Η τέχνη είναι μία διαδικασία που για να θεωρηθεί επιτυχημένη σκοπός της είναι να μην αφήνει κανέναν παγερά αδιάφορο. Γι’ αυτό το λόγο όλα τα είδη τέχνης έχουν πολύ θερμούς υποστηρικτές αλλά και αρνητές που δεν ασπάζονται και δεν αρέσκονται σε κάποια από αυτά. Είναι θέμα αισθητικής που είναι απολύτως φυσιολογικό ο καθένας να έχει τη δική του, η οποία έχει διαμορφωθεί είτε από βιώματα, είτε από ιδεολογίες, στάσεις και τρόπους ζωής.

Παλαιότερα, για παράδειγμα, η «αφηρημένη τέχνη» ήταν συχνά αντικείμενο χλευασμού για το πόσο μπορεί να θεωρηθεί ένα «επιτυχημένο» και «αποδεκτό» είδος τέχνης καθώς δεν παρουσίαζε κάποιο ιδιαίτερο ταλέντο στη ζωγραφική από πλευράς του καλλιτέχνη. Από την άλλη, ακόμη και ο Πικάσο είχε πολλούς αρνητές της τέχνης του, ακόμη κι αν θεωρείται ένας από τους κορυφαίους και πιο διάσημους ζωγράφους όλων των εποχών.
Στην σύγχρονη εποχή, το γκράφιτι, θεωρείται street art που έχει τις βάσεις και τις απαρχές του σε συνοικίες της Αμερικής, συνήθως κακόφημες από «περιθωριακές ομάδες». Στην Ελλάδα, εμφανίστηκε την δεκαετία του ’90 και παρουσίασε πολλές αντιδράσεις καθώς έχει ανά καιρούς χαρακτηριστεί και ως βανδαλισμός ή και βεβήλωση στην περίπτωση που τοποθετείται πάνω σε μνημεία ιστορικής σημασίας. Φυσικά, όλα τα νομίσματα έχουν δύο πλευρές και το γκράφιτι διάφορες υποκατηγορίες, όπως για παράδειγμα οι λεγόμενες «ταγκιές» που είναι οι σφραγίδες των καλλιτεχνών χωρίς απαραίτητα να υπάρχει κάποιο «έργο» τους να υπογράψουν. Τις περισσότερες φορές τα κίνητρα που υπάρχουν πίσω από αυτές είναι η αναγνωρισιμότητα του καλλιτέχνη.
Βασικός κανόνας για να θεωρηθεί γκράφιτι ένα έργο είναι να βρίσκεται πάνω σε κάποιον τοίχο, σε κοινή θέα και να σχεδιάζεται με σπρέι. Όμως, πόσο αποδεκτό μπορεί να είναι αυτό όταν «ανακαλύπτουμε» έργα πάνω σε φρεσκοβαμμένα σπίτια ή μνημεία, ή ακόμα και σε περιοχές προστατευόμενες λόγω ιστορικής αξίας και αναπαλαιωμένων σπιτιών, όπως στην περίπτωση της Άνω Πόλης, στη Θεσσαλονίκη, όπου οι κάτοικοι προσπαθούν να διατηρούν όσο πιο περιποιημένες μπορούν τις κατοικίες τους, καθώς η περιοχή θεωρείται ένα στολίδι για την πόλη.
Από την άλλη μεριά, πόσες φορές έχουμε χαμογελάσει ή κοντοσταθεί περπατώντας στις γκρι τσιμεντουπόλεις κοιτάζοντας ένα πολύχρωμο έργο; Υπάρχει λοιπόν, ένα αντικειμενικό κριτήριο που να μπορεί να αξιολογήσει αυτό το είδος τέχνης και εάν αυτό είναι «όμορφο» και «αποδεκτό» από το «μάτι» του θεατή και δη, του επισκέπτη;
Δημιουργεί μία θετική εντύπωση ακόμη και ένα καλοσχεδιασμένο και καλοφτιαγμένο έργο τέχνης πάνω σε ένα φρεσκοβαμμένο σπίτι; Και ποια είναι τα όρια όπου η τέχνη πρέπει να αφήνει «χώρο» στην αυθεντική ομορφιά ενός τοπίου; Ας σκεφτούμε τι είναι αυτό που μας εξιτάρει το ενδιαφέρον στο εξωτερικό, σε μέρη ακόμη και σε ολόκληρες περιοχές που είναι κατά κάποιον τρόπο «αφιερωμένες» στην «τέχνη του δρόμου».
Το μόνο σίγουρο είναι πως οι καλλιτέχνες θα πρέπει να έχουν ένα αυστηρό κριτήριο όσον αφορά την τοποθεσία που θα αποφασίσουν να εναποθέσουν την τέχνη τους. Παρόλα αυτά, σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να ξεχνάμε το χρώμα που απλόχερα δωρίζουν στις μουντές μας μέρες και να είμαστε πιο θετικά προδιατεθειμένοι απέναντι τους.

 

Subscribe
Ειδοποίηση για
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments