Στην δεκαετία του ογδόντα και μετά, τα ξενοδοχεία στις παραθαλάσσιες περιοχές της χώρας ξεφύτρωναν σαν τα μανιτάρια. Σ΄αυτό βοηθούσαν τα ευρωπαϊκά προγράμματα, το μαύρο χρήμα και άλλες συγκυρίες. Έτσι δημιουργήθηκαν χιλιάδες νέοι ξενοδόχοι, χωρίς ωστόσο οι περισσότεροι να αποκτήσουν και ξενοδοχειακή συνείδηση. Νόμιζαν πως θα μπορούσαν να είναι part time ξενοδόχοι, παράλληλα με την βασική τους ενασχόληση. Στην πραγματικότητα έψαχναν τον μήνα που θρέφει τους έντεκα, δηλαδή μια γρήγορη αρπαχτή.

Τα περισσότερα από τα νέα ξενοδοχεία ήταν επίπεδου… άστα να πάνε, όσον αφορά την κατασκευή τους, ενώ είχαν αρκετά περισσότερα δωμάτια από ότι προέβλεπε η αρχική άδεια τους. Η αισθητική δεν τους ήταν απαραίτητη, καθώς οι νεόκοποι ξενοδόχοι θεωρούσαν αρκετό να προσφέρουν στον τουρίστα έναν ύπνο και πολύ του είναι. Τα αστέρια τα έβαζαν μόνοι τους ανάλογα με την ματαιοδοξία τους, καθώς στη χώρα μας η παιδική χαρά που λέγεται ΕΟΤ δεν είχε αξιόπιστο σύστημα αστεροποίησης των ξενοδοχειων.

Και έτσι γέμισε η Ελλάδα με αυτά που και σήμερα βλέπουμε σε παραθαλάσσιες περιοχές και γυρνάμε το κεφάλι από την άλλη μεριά.

Ωστόσο πολύ γρήγορα οι νεόκοποι ξενοδόχοι κατάλαβαν πως τελικά ξενοδόχος είναι μια τέχνη δύσκολη που συνεχώς εξελίσσεται και πως δεν μπορείς να την κάνεις περιστασιακά.

Στο μεταξύ οι μεγαλοξενοδόχοι και άλλα ντόπια συμφέροντα, σε συνεργασία με τις εκάστοτε κυβερνήσεις, επί της ουσίας εμπόδιζαν τις μεγάλες ξένες ξενοδοχειακές αλυσίδες να επενδύσουν στην Ελλάδα. Ως κακοί επιχειρηματίες, φοβόντουσαν τον ανταγωνισμό αν και είναι απολύτως βέβαιο πως οι ξένες μεγάλες αλυσίδες θα ανέβαζαν ψηλότερα τον πήχη της φιλοξενίας στην Ελλάδα, θα έφερναν περισσότερους και καλύτερους τουρίστες μέσα από τα δικά τους κανάλια πωλήσεων και θα αναβάθμιζαν σημαντικά τις ξενοδοχειακές υποδομές της χώρας. Κοντολογίς θα έσπρωχναν προς τα πάνω και τους Έλληνες ξενοδόχους.

Ως κακοί επιχειρηματίες, οι Έλληνες ξενοδόχοι απαντούσαν και συνεχίζουν να απαντούν σε όλα τους τα προβλήματα, με το χαμήλωμα των τιμών ακόμη και κάτω του κόστους. Αυτό έκανε τεράστια ζημιά στις υγιείς ξενοδοχειακές επιχειρήσεις. Οι ξένοι tour operators τους πήραν γρήγορα χαμπάρι και τους δουλεύουν κανονικά κερδίζοντας πολλά από τον κόπο τους. Πουλώντας κάτω του κόστους, μετά έκαναν διάφορες αλχημείες για να συντηρηθούν, κυρίως σε βάρος του προσωπικού, της ποιότητας και των φορολογικών τους υποχρεώσεων.

Για ανακαίνιση των ξενοδοχείων τους ούτε λόγος. Λεφτά δεν περίσσευαν ή ακόμη και όταν περίσσευαν, οι ξενοδόχοι τα αξιοποιούσαν αλλιώς, κυρίως καλύπτοντας προσωπικές τους ανάγκες. Έτσι τα ξενοδοχεία αφέθηκαν να γεράσουν και να ξεπεραστούν από την εποχή τους την ώρα που οι γύρω ανταγωνιστές έχτιζαν θαύματα.

Και φτάνουμε στο σήμερα. Έχει γεμίσει η Ελλάδα με ξενοδοχειακά πτώματα. Το 80% των ξενοδοχείων έχει πρόβλημα βιωσιμότητας όπως υποστηρίζει το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο ενώ πάνω από το 60% έχει κόκκινα δάνεια. Οι ξενοδόχοι, κουρασμένοι πλέον δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στον ανταγωνισμό που έχει φουντώσει στην ευρύτερη περιοχή ενώ το κράτος τους υπερφορολογεί.

Έτσι λοιπόν αναζητούν εταιρείες για να δώσουν τη διαχείριση των ξενοδοχείων τους, όσοι τουλάχιστον δεν μπορούν να τα πουλήσουν. Τέτοιες εταιρείες έχουν δημιουργηθεί αρκετές τα τελευταία χρόνια. Μερικές τις έκαναν ελληνικά τουριστικά γραφεία που φέρνουν στην Ελλάδα πολύ κόσμο και θέλουν να τον κατευθύνουν στα δικά τους ξενοδοχεία. Άλλες τις έκαναν πρώην ξενοδοχειακά στελέχη που ξέρουν τη δουλειά, και άλλες ξενοδοχειακές εταιρείες που προσθέτουν ξενοδοχεία στην αλυσίδα τους.

Είναι εταιρείες που ξέρουν τη δουλειά, που μπορούν να τα αναβαθμίσουν και να τα κάνουν κερδοφόρα. Σ΄αυτό συμβάλουν και οι τράπεζες που ξέρουν πως με την υπάρχουσα κατάσταση δεν θα πάρουν τα δάνεια τους πίσω ακόμη και αν κάνουν ένα γενναίο κούρεμα. Έτσι αναζητούν σε συνεργασία με τον ιδιοκτήτη, εταιρείες για να αναλάβουν τη διαχείριση του ξενοδοχείου, ώστε σταδιακά να πάρουν πίσω τα χρήματα τους και να μείνει το ξενοδοχείο στον αρχικό ιδιοκτήτη.

Ωστόσο συμβαίνει το εξής. Οι εταιρείες διαχείρισης ξενοδοχείων αναλαμβάνουν κάποιο ξενοδοχείο συνήθως για μια δεκαετία. Οι ιδιοκτήτες ή οι τράπεζες δεν το δίνουν για περισσότερο. Το διάστημα είναι μικρο. Έτσι οι διαχειριστές δεν μπορούν να κάνουν μεγάλες επενδύσεις για να διορθώσουν τις αμαρτίες δεκαετιών που κουβαλούν τα γερασμένα και ξεπερασμένα από το χρόνο ξενοδοχεία. Σε μια δεκαετία δεν προλαβαίνουν να πάρουν τα χρήματα τους πίσω. Έτσι περιορίζονται σε μια λάιτ ανακαίνιση και δίνουν έμφαση στην οργάνωση και τις πωλήσεις. Η προσπάθεια τους όντως είναι πολύ δύσκολη καθώς τις περισσότερες φορές καλούνται να αναστήσουν πτώματα.

Τα τελευταία χρόνια πολλά ξενοδοχεία άλλαξαν διαχειριστή με αυτόν τον τρόπο και αυτό είναι καλό για τον ελληνικό τουρισμό που έχει ανάγκη από επαγγελματίες και όχι ερασιτέχνες ξενοδόχους που δεν γνωρίζουν πως να πουλήσουν το τουριστικό τους προϊόν, που με τα καμώματα τους έκαναν μεγάλο κακό στο ξενοδοχειακό επιχειρείν και τη συνολική τουριστική εικόνα της χώρας.

Ωστόσο ο ελληνικός τουρισμός δεν έχει ανάγκη να αναστήσει τα πτώματα. Αυτά θέλουν γκρέμισμα. Αναγκάζεται να το κάνει καθώς οι επενδύσεις για νέα ξενοδοχεία είναι δύσκολες και χρονοβόρες στη χώρα μας λόγω ανεπάρκειας και ιδιοτέλειας του κράτους και όλων αυτών που κατά καιρούς έχουμε περιγράψει διεξοδικά στα Omorfa Taxidia.

Το αποτέλεσμα είναι αυτό που ζει ο Ελληνικός τουρισμός εδώ και πολλά χρόνια, δηλαδή πολύ δουλειά και λίγα έσοδα…

 

 

 

 

Subscribe
Ειδοποίηση για
guest

1 Comment
νεότερα
παλιότερα δημοφιλή
Inline Feedbacks
View all comments